Πέμπτη 15 Μαΐου 2014

To ημερολόγιο της αλήθειας


Ξημέρωσε Παρασκευή, ο ήλιος λάμπει κι εκείνη... εκείνη τι; Γιατί εξαφανίστηκε έτσι; Δίχως ένα αντίο, μια αγκαλιά, ένα χαμόγελο; Γιατί; Μόνο ένα σημείωμα στο ξύλινο τραπέζι, όσες φόρες κι αν το διαβάσω, πιο πολύ με πονάει! Χτυπάει η πόρτα όμως δεν είχα την δύναμη να περπατήσω ως εκεί. Ποιος χτυπάει τόσο επίμονα; - Οκ ! Οκ ! Έρχομαι, έρχομαι ντε! 
Άνοιξα την βαριά,ξύλινη πόρτα. Την είδα, ήταν εκεί με μάτια πρησμένα από το κλάμα. Ας με τσιμπήσει κάποιος να δω πως δεν είναι ψέματα. Τα γαλάζια της μάτια ήταν κόκκινα. Σιωπούσε. Γιατί σιωπούσε;  "Πες κάτι μη με τρελαίνεις, μίλα!", της είπα και δάκρυσε.Ένα ξερό συγγνώμη είπε και ξανααπλώθηκε η βουβαμάρα στο μικρό δωμάτιο. Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί είναι εδώ ξανά, αφού στο σημείωμα το είπε καθαρά πως δεν θα ξαναγυρίσει. Είπαμε πολλά, μιλούσαμε για ώρες. Τι είπαμε;! Η αλήθεια είναι πως δεν κατάλαβα πολλά, μονάχα πως, λέει, έκανε λάθος. Τι λάθος; Αφού είπε πως το είχε σκεφτεί καλά και είχε πάρει την απόφαση της. Δεν την καταλαβαίνω. Βασικά ... ποτέ δεν κατάλαβα!
Με κοίταξε στα μάτια και μέσα από τα δόντια της ξεφώνισε "Πάμε μια βόλτα;"  "Τι λες;", της αποκρίθηκα. "Βρέχει έξω, κάνει κατακλυσμό κι εσύ ... " "Δεν με νοιάζει", με διέκοψε. "Θέλω να βγω μια τελευταία βόλτα ". Αυτό το "τελευταία" δεν το κατάλαβα αλλά δεν αρνήθηκα. Φαινόταν πως "τα 'χε πάρει" για τα καλά. 
Πήγαμε στην παραλία και στο αλσάκι δίπλα από το πάρκο που γνωριστήκαμε. 'Χρόνια είχα να ρθω εδώ", μου είπε "Ωραία το φτιάξανε, κοίτα τις πάπιες στη λιμνούλα, τα παγκάκια κάτω από τα δέντρα! Όλα είναι υπέροχα !!" συμπλήρωσε. "Σαν μικρό παιδί κάνει", σκέφτηκα. Μα γιατί όλα είναι τόσο περίεργα; Η αλήθεια είναι πως πάντα ήταν μικρό παιδί η Καιτούλα, δεν άλλαξε ποτέ, για αυτό την αγαπούσαν όλοι! Αυτό πίστευα μέχρι την στιγμή που μου τα είπε όλα! 
 "Δεν είναι δυνατόν! " φώναξα, "έλεγε πως σ'αγαπούσε και στο κάτω κάτω αδελφός σου είναι, δεν μπορεί να στο κάνει αυτό! " "Βλέπεις τώρα γιατί το σημείωμα στο τραπεζάκι;" μου είπε ."Δεν το χωράει ο νους μου !", είπα αυτή τη φορά αλλά πιο ήρεμα γιατί φαίνεται πως την είχα τρομάξει. Την αγκάλιασα και προχωρούσαμε.Της είπα πως θα την προσέχω και ότι κανείς δεν θα της κάνει κακό! Της το ορκίστηκα. 
Φτάσαμε επιτέλους σπίτι, ένας περίεργος άνδρας στέκει απ' έξω απ' την πόρτα της πολυκατοικίας. Κάτι μου θυμίζει ..μα τι; Πλησιάζουμε, βγάζει κάτι από την τσέπη του "Είναι όπλο!!" "Τρέξε Καίτη, τρέξε!!". Ένας αδύνατος κρότος ακούστηκε. Γυρίζω πίσω μου εκείνος πουθενά, εκείνη την βρήκε η σφαίρα. Γιατί; Γιατί σε εκείνη; Γιατί αυτή και όχι εγώ; Μου το 'χε πει πως ...τώρα ξεκαθαρίζουν όλα! Τώρα καταλαβαίνω ποιος ήταν εκείνος! Ήταν ο αδερφός της που πραγματοποίησε την απειλή του. Και η δική μου υπόσχεση; Πού πήγε η υπόσχεση πως θα την προστατέψω; 
Το ποτό μου τελειώνει.Έτσι γρήγορα τελείωσε και η ζωή μου χωρίς αυτή! Τριάντα χρόνια πέρασαν από τότε και δεν έχει βγει απ΄το μυαλό μου ούτε λεπτό. Ήρθε η ώρα λοιπόν να πάω να την συναντήσω, μεγάλωσα αρκετά, νομίζω. Αντίο αγαπημένο μου ημερολόγιο! Πάω να βρω την αγαπημένη μου! Μα να, δυο άγγελοι ήρθαν να με πάρουν "Μισό λεπτό, να γράψω την τελευταία μου φράση ", τους είπα. Αντίο αγαπημένο μου ημερολόγιο. Αντίο για πάντα!